οδοντική εξαγωγή είναι η αφαίρεση ενός δοντιού από τη φυσική οδοντοστοιχία του ασθενή, η οποία διενεργείται αποκλειστικά από οδοντίατρο ή γναθοχειρουργό στο χώρο του ιατρείου ή σε Νοσοκομείο. Είναι η έσχατη λύση που εφαρμόζεται μόνο όταν έχει αποκλειστεί με κάθε δυνατό τρόπο η περαιτέρω διατήρηση του δοντιού στο στόμα. Διακρίνεται σε απλή και χειρουργική εξαγωγή (όπως σε περιπτώσεις έγκλειστου δοντιού). Η δεύτερη απαιτεί τη χρήση «τροχού» και είναι πιο σύνθετη πράξη, καθώς στο μετεξακτικό τραύμα, συχνά χρειάζεται να τοποθετηθούν ράμματα. Οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν σε εξαγωγή ενός δοντιού είναι είτε τραυματικοί (σοβαρό κάταγμα που μπορεί να επεκτείνεται από τη μύλη έως τη ρίζα του), είτε αναγκαστικοί (απώλεια στήριξης από το οστό, όπως στην περίπτωση της προχωρημένης περιοδοντίτιδας ή επανειλημμένες αποτυχίες ενδοδοντικής θεραπείας) ή και κατασταλτικοί (προληπτική εξαγωγή λόγω ορθοδοντικών αναγκών). Σε κάθε περίπτωση, η εξαγωγή του δοντιού επιφέρει, ως αποτέλεσμα, την ανάγκη αντικατάστασής του μέσω μιας κλασσικής προσθετικής εργασίας (κινητής ή ακίνητης) ή και εμφυτεύματος.